Το φορολογικό πρόβλημα της Ελλάδας και η συμβολή του στα διαρκή δημοσιονομικά ελλείμματα

Αρχική | Οι Δράσεις μας | Το φορολογικό πρόβλημα της Ελλάδας και η συμβολή του στα διαρκή δημοσιονομικά ελλείμματα
image

Μελέτη του κ. Γιάννη Σιάτρα,
Οικονομολόγου, Προέδρου ΔΣ του Συλλόγου ΕΛΛΗΝΕΣ ΦΟΡΟΛΟΓΟΥΜΕΝΟΙ


Η φορολογική πολιτική που εφαρμόστηκε στην Ελλάδα κατά τις τελευταίες δεκαετίες, σε συνδυασμό με την τάση διεύρυνσης του δημόσιου τομέα, αποτελούν το κύριο αίτιο για τη διαρκή εμφάνιση ελλειμμάτων και τη συνεπακόλουθη σταδιακή διόγκωση του δημοσίου χρέους.

Τα δημοσιονομικά στοιχεία του Κράτους, χαρακτηρίζονται από: α) μεγεθυμένο δημόσιο τομέα και β) χαμηλά συνολικά φορολογικά έσοδα.
Περαιτέρω, επιβαρυντικά στοιχεία των παραπάνω δυσμενών παραγόντων είναι η αναποτελεσματικότητα του δημόσιου τομέα, η διαφθορά δημοσίων λειτουργών, η μη αποτελεσματική λειτουργία του φοροεισπρακτικού μηχανισμού και η μεγάλης έκτασης φοροδιαφυγή.

Στην παρουσίαση αυτή, θα επικεντρωθούμε στη διαχρονική εξέταση των δημοσιονομικών μεγεθών και των φορολογικών αποτελεσμάτων των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στις διαφορές που επισημαίνονται σε σχέση με τα δημοσιονομικά μεγέθη και τα φορολογικά αποτελέσματα της Ελλάδας. Από τη σύγκριση αυτή, γίνονται εύκολα αντιληπτοί οι λόγοι για τους οποίους, η φορολογία στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται ως “ιδιότυπη” και οι λόγοι για τη σημερινή υπερχρέωση υπερχρέωση. Παράλληλα, επισημαίνονται ορισμένες από τις μεταβολές που θα πρέπει να γίνουν ώστε -σταδιακά- να επιτευχθεί η εξισορρόπιση.


Συνοπτικά Δημοσιονομικά Στοιχεία Ελλάδας

Τα βασικά δημοσιονομικά στοιχεία της Ελλάδας, εμφανίζονται στον Πίνακα 1.

Ο πίνακας αυτός, μας δείχνει ξεκάθαρα, τόσο το αίτιο, όσο και το αποτέλεσμα του ελληνικού δημοσιονομικού προβλήματος: Το Κράτος, κάθε χρόνο, ξοδεύει παραπάνω απ’ ότι εισπράττει.
Το πρόβλημα δεν αντιμετωπίστηκε έγκαιρα, επεκτάθηκε, ξέφυγε από τον έλεγχο  και σήμερα απειλεί ξεκάθαρα την υπόσταση της χώρας.

Είναι σημαντικό να συγκρίνουμε τις ελληνικές δημοσιονομικές επιδόσεις με αυτές των άλλων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όχι μόνον για να αντιληφθούμε καλύτερα τα αίτια του ελληνικού προβλήματος, αλλά παράλληλα για να αντιληφθούμε τους στόχους που θα πρέπει να θέσει η χώρα για το μέλλον.

Μία γενική εικόνα σύγκρισης των δημοσιονομικών στοιχείων Ελλάδας - Ευρωπαϊκής Ένωσης μας δίνει ο παρακάτω Πίνακας 2, (στον πίνακα θα βρείτε και links με τις σελίδες της Eurostat, όπου εμφανίζονται τα πλήρη δημοσιονομικά στοιχεία του συνόλου των χωρών μελών της Ε.Ε.).

Ο Πίνακας 2 μας δίνει ξεκάθαρα την εικόνα της “διαφοροποίησης” των δημοσιονομικών μεγεθών της Ελλάδας, σε σχέση με αυτά των άλλων εταίρων.
Το ζητούμενο είναι να εντοπίσουμε τα αίτια από τα οποία προκύπτουν και σχηματίζονται οι διαφορές αυτές, αλλά και να προταθούν προτάσεις πολιτικής για τη σταδιακή “διόρθωση” των διαφοροποιήσεων.


Στοιχεία της διαφοροποίησης των ελληνικών δημοσιονομικών μεγεθών

Στην παρουσίαση αυτή, αναζητούμε τους λόγους για τους οποίους τα φορολογικά έσοδα της Κυβέρνησης είναι χαμηλά (διαρκώς χαμηλότερα από το μέσο όρο των εσόδων των υπολοίπων κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης), ενώ επιχειρούμε και προτάσεις πολιτικής για τη διόρθωση της κατάστασης αυτής.

Όπως διαπιστώσαμε από τον Πίνακα 2, αλλά και από τον Πίνακα των Συνολικών εσόδων των Κυβερνήσεων των χωρών της Ε.Ε. ως % του ΑΕΠ, η μία συνισταμένη του ελληνικού προβλήματος είναι τα χαμηλά έσοδα, μία διαφορά που στα τελευταία χρόνια κινείται περίπου στο 5% του ΑΕΠ, σε σχέση με το μέσο όρο των χωρών της Ε.Ε.

Ο Πίνακας 3, μας δείχνει τη θέση της Ελλάδας, ανάμεσα στις άλλες χώρες της Ε.Ε. στον τομέα των φορολογικών εσόδων.

Πιο αναλυτικά, τα στοιχεία του Πίνακα 3 είναι τα παρακάτω:

Σύνολο φόρων ως % του ΑΕΠ (δε συμπεριλαμβάνονται εισφορές κοινωνικής ασφάλισης)

2004 2005 2006 2007 2008
Ε-27 26,2 26,6 27,2 27,4 26,8
Ε-16 25,1 25,4 26,1 26,4 25,6
Ελλάδα 20,1 20,6 20,6 20,6 20,4

Κατάταξη Ελλάδας στην ομάδα Ε-16: 15
Κατάταξη Ελλάδας στην ομάδα Ε-27: 24

Η Ελλάδα κατατάσσεται στις τελευταίες θέσεις από πλευράς είσπραξης εσόδων από φόρους. Κατά το 2008, η διαφορά της σε σχέση με το μέσο όρο της Ε-27 ήταν 6,4% του ΑΕΠ. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι, για το σύνολο της εξεταζόμενης 5ετίας, η διαφορά είναι διαρκώς πάνω από το 6,0% του ΑΕΠ.
Αυτό είναι το πρώτο βασικό στοιχείο το οποίο εξηγεί την αδυναμία της Ελλάδας, σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να ελέγξει το δημοσιονομικό της έλλειμμα.
Μάλιστα, αν υπολογίσουμε και το πολύ μεγάλο μέγεθος της παραοικονομίας στη χώρα μας (σαφώς πολύ μεγαλύτερο από το αντίστοιχο μέγεθος άλλων χωρών), τότε διαπιστώνουμε ότι, η σχέση φορολογικών εσόδων προς το ΑΕΠ είναι σημαντικά μικρότερη.

Όμως, ποιές κατηγορίες φορολογικών εσόδων ευθύνονται για την τόσο σημαντική υστέρηση των φορολογικών εσόδων στην Ελλάδα;


Σύνολο έμμεσων φόρων ως % του ΑΕΠ

2004 2005 2006 2007 2008
Ε-27 13,6 13,7 13,9 13,8 13,4
Ε-16 13,5 13,7 13,9 13,8 13,3
Ελλάδα 13,2 13,7 14,2 13,6 12,4

Κατάταξη Ελλάδας στην ομάδα Ε-16: 14
Κατάταξη Ελλάδας στην ομάδα Ε-27: 18

Στο τομέα των έμμεσων φόρων (φόρος προστιθέμενης αξίας και ειδικοί φόροι κατανάλωσης), η Ελλάδα δείχνει να ισορροπεί διαχρονικά, σε σχέση με τους εταίρους της. Εμφανίζεται μία υστέρηση (της τάξης του 1% του ΑΕΠ) κατά το 2008, όμως αυτή η υστέρηση θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως συγκυριακή.

Η γενική άποψη είναι ότι το επίπεδο των έμμεσων φόρων στη χώρα (όπως αυτοί είχαν κατά το 2008) δείχνει να είναι και αρκετά ισορροπημένο, χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει ότι είναι και ιδιαίτερα ικανοποιητικό, από πλευράς δημοσίων εσόδων. Η χώρα κατατάσσεται στη 14η θέση ανάμεσα στην ομάδα Ε-16 και στην 18η θέση, στην ομάδα Ε-27.

Σύνολο άμεσων φόρων ως % του ΑΕΠ

2004 2005 2006 2007 2008
Ε-27 12,7 12,9 13,4 13,6 13,5
Ε-16 12,7 12,9 13,4 13,6 13,5
Ελλάδα 8,1 8,7 8,1 8,1 8,0

Κατάταξη Ελλάδας στην ομάδα Ε-16: 15
Κατάταξη Ελλάδας στην ομάδα Ε-27: 23

Η διαφορά στην φοροεισπρακτική επίδοση της Ελλάδας, σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, εντοπίζεται στο επίπεδο των άμεσων φόρων.
Η Ελλληνική κυβέρνηση εισπράττει κατά μέσο όρο 5,0% έως 5,5% του ΑΕΠ, λιγότερους άμεσους φόρους.
Η αρνητική αυτή επίδοση, αποτελεί την κυριότερη αιτία του ελληνικού δημοσιονομικού προβλήματος, από την πλευρά της φορολογίας (αφού πάντα θα πρέπει να έχουμε υπ’ όψη μας και την πλευρά των υπερβολικών και αναποτελεσματικών δημοσίων δαπανών).


Σύνολο φόρων εισοδήματος ως % του ΑΕΠ

2004 2005 2006 2007 2008
Ε-27 9,0 9,1 9,3 9,4 9,5
Ε-16 8,5 8,5 8,7 8,9 9,1
Ελλάδα 4,4 4,6 4,7 4,8 4,7

Κατάταξη Ελλάδας στην ομάδα Ε-16: 15
Κατάταξη Ελλάδας στην ομάδα Ε-27: 23

Αναλύοντας τη συνεισφορά των συνισταμένων των άμεσων φόρων, παρατηρούμε ότι το πρόβλημα εντοπίζεται κατά κύριο λόγο στους χαμηλούς άμεσους φόρους εισοδήματος. Όπως παρατηρούσαμε και στην εισαγωγή της παρουσίασης, η μικρή φορολογική βάση (δηλαδή μικρό τμήμα του ενεργού πληθυσμού που καταβάλει άμεσους φόρους), σε συνδυασμό με άλλα στοιχεία που περιορίζουν (νόμιμα) την απόδοση της φορολογίας εισοδήματος, αποτελούν τον κυριότερο λόγο για τη χαμηλή φοροεισπρακτική ικανότητα της Κυβέρνησης.

Σύνολο φόρων επιχειρήσεων ως % του ΑΕΠ

2004 2005 2006 2007 2008
Ε-27 2,4 2,6 3,0 3,0 2,7
Ε-16 2,3 2,4 2,7 2,9 2,5
Ελλάδα 3,0 3,3 2,7 2,5 2,5

Κατάταξη Ελλάδας στην ομάδα Ε-16: 15
Κατάταξη Ελλάδας στην ομάδα Ε-27: 25

Η συνεισφορά της φορολογίας επιχειρήσεων, είναι μεν πτωτική σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια (στα τέλη της 10ετίας του 1990 το σύνολο των φόρων επιχειρήσεων έφθανε στο 4,0% του ΑΕΠ), πλην όμως εξακολουθεί να βρίσκεται σε σχετική ισορροπία με το μέσο όρο των ομάδων Ε-16 και Ε-27.

 

Σύνολο εισφορών κοινωνικών ασφαλίσεων ως % του ΑΕΠ

2004 2005 2006 2007 2008
Ε-27 12,6 12,6 12,5 12,4 12,6
Ε-16 14,3 14,2 14,1 14 14,1
Ελλάδα 11,1 11,2 11,1 11,7 12,2

Κατάταξη Ελλάδας στην ομάδα Ε-16: 8
Κατάταξη Ελλάδας στην ομάδα Ε-27: 11

 

(Σύμφωνα με τους κανόνες του ευρωπαϊκού λογιστικού συστήματος ESA 95, οι εισφορές κοινωνικών ασφαλίσεων λογίζονται ως έσοδα από φορολογία).
Και στον τομέα των εισφορών κοινωνικών ασφαλίσεων, η Ελλάδα, αν και υστερεί ελαφρά από τους μέσους όρου, εν τούτοις δείχνει να βρίσκεται σε ισορροπία με τους μέσους όρους των ομάδων Ε-16 και Ε-27.
Βεβαίως, το αρνητικό στον συγκεκριμένο τομέα είναι ότι, παρά το ότι η χώρα εισπράττει περίπου όσο και οι άλλες χώρες, οι οργανισμοί κοινωνικής ασφάλισης βρίσκονται διαρκώς σε έλλειμμα, το οποίο τελικά καλύπτεται από τον κρατικό Προϋπολογισμό. Και αυτό δείχνει αφ’ ενός μεν την αναποτελεσματικότητα της διαχείρισης των οργανισμών αυτών, αλλά και τις εσωτερικές ανισορροπίες που υφίστανται, στον τομέα των δαπανών τους.



Άμεσοι Φόροι: Φορολογία εισοδήματος

Από την εξέταση των παραπάνω, προκύπτει ότι, ένα από τα κυριότερα προβλήματα στο ελληνικό φορολογικό σύστημα και στα έσοδα του Προϋπολογισμού, εντοπίζεται στον τομέα της άμεσης φορολογίας εισοδήματος. Ας δούμε πιο αναλυτικά για το πώς έχει το ζήτημα αυτό.

Με βάση την επεξεργασία των φορολογικών δηλώσεων που κατατέθηκαν στο 2010 (έσοδα έτους 2009), προκύπτουν τα παρακάτω δεδομένα:
Αριθμός δηλώσεων (φυσικά και νομικά πρόσωπα): 8.342.160
Συνολικό δηλωθέν εισόδημα: 98.397.957.988 ευρώ
Σύνολο βεβαιωθέντος φόρου: 9.122.308.187
Ποσοστό επιβάρυνσης συνολικού εισοδήματος: 9,27%

Σύνολο προσώπων στα οποία βεβαιώθηκε φόρος: 2.994.155
Σύνολο προσώπων για τα οποία δεν βεβαιώθηκε φόρος: 5.348.005 (64,1% του συνόλου)
Ποσοστό δηλώσεων που εκκαθαρίστηκαν με βεβαιωμένο φόρο: 35,1%
Ποσοστό του πληθυσμού που κατέβαλε άμεσο φόρο εισοδήματος: 27,3%

Από τα παραπάνω στοιχεία προκύπτει ότι, η μέση φορολογική επιβάρυνση του εισοδήματος στην Ελλάδα είναι 9,27%. Το ποσοστό αυτό είναι από τα χαμηλότερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.


Με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία εισοδήματος (2008), η εξέλιξη των (άμεσων) φόρων εισοδήματος ως ποσοστό του ΑΕΠ, για την περίοδο 1995 - 2008 εμφανίζεται στον Πίνακα 6.
Από την εξέταση του Πίνακα, προκύπτει ότι οι φόροι εισοδήματος ως ποσοστό του ΑΕΠ στην Ελλάδα βρίσκονται μόλις στο 4,7% του ΑΕΠ, ποσοστό το οποίο κατατάσσεται 15ο ανάμεσα στα 16 κράτη της Ευρωζώνης (Ε-16) κατά το 2008 και 23ο ανάμεσα στα 27 Κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε-27).

Τί σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι το προσωπικό εισόδημα υπόκειται σε μία χαμηλή φορολόγηση στην Ελλάδα. Και αυτό έχει τις παρακάτω (αρνητικές) επιδράσεις:
α) Σημειώνεται υστέρηση εσόδων από μία βασική πηγή φορολογικών εσόδων, εξέλιξη που επιδρά αρνητικά στο δημοσιονομικό έλλειμμα.
β) Στην ανάγκη της να χρηματοδοτήσει τη λειτουργία της (ή και τις σπατάλες της) η Κυβέρνηση αυξάνει δυσανάλογα τους έμμεσους φόρους. Αυτό είναι άδικο για τις οικονομικά χαμηλότερες τάξεις, αφού η αύξηση των έμμεσων φόρων (δηλαδή ΦΠΑ και ειδικοί φόροι κατανάλωσης) τελικά καταλήγει να έχει αρνητικό συνολικό αποτέλεσμα για τις τάξεις αυτές, αφού οι χαμηλότερες τάξεις δαπανούν στην κατανάλωση μεγαλύτερο τμήμα του εισοδήματός τους. Για παράδειγμα, ένας εργαζόμενος με εισόδημα 20.000 ευρώ, υποθέτουμε ότι το καταναλώνει όλο για τη διαβίωσή του. Δηλαδή, οι έμμεσοι φόροι καταλήγουν να επιδρούν στο 100% του εισοδήματός του. Αντίθετα, ένας εργαζόμενος με εισόδημα 100.000 ευρώ, υποθέτουμε ότι καταναλώνει τις 30.000 για τη διαβίωσή του. Δηλαδή, οι έμμεσοι φόροι επιδρούν στο 30% του εισοδήματός του, παρά το γεγονός ότι έχει αυξημένη κατανάλωση!

Για να αντιληφθούμε το πόσο άδικοι είναι οι φόροι κατανάλωσης (οι οποίοι επηρεάζουν το σύνολο του πληθυσμού), αρκεί να αναφερθούμε το ότι, ενώ κατά το 2008, το σύνολο του φόρου από τη φορολογία εισοδήματος έφθασε στα 11,3 δισεκατομμύρια ευρώ (άμεση φορολογία), το σύνολο των εισπραχθέντων φόρων από την κατανάλωση καπνού και αλκοόλ έφθασε στα 2,7 δισεκατομμύρια ευρώ, δηλαδή στο 23,76% του συνόλου της φορολογίας εισοδήματος λόγω της πτώσης των εσόδων από άμεση φορολογία κατά το 2010, αλλά και της αύξησης της φορολογίας του καπνού, εκτιμάται ότι σήμερα το ποσοστό αυτό είναι σημαντικά υψηλότερο).

Ένας καπνιστής ο οποίος καπνίζει ένα πακέτο τσιγάρα την ημέρα, κατά το έτος 2008 πλήρωσε περίπου 800 ευρώ σε φόρους, ακόμη και εάν το άτομο αυτό είχε εισόδημα κάτω από τις 12.000 που θεωρητικά είναι αφορολόγητο (σήμερα το ποσό αυτό υπολογίζεται σε 1.060 ευρώ, λόγω της αύξησης της φορολογίας καπνού).

Σε πολιτικό επίπεδο, η απόφαση για τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης είναι δύσκολη και συνεπάγεται μεγάλο πολιτικό κόστος. Για το λόγο αυτό, προτιμάται η αύξηση των έμμεσων φόρων, οι οποίοι δεν προκαλούν τη “δημοσιογραφική” και την κοινωνική ένταση που θα προκαλούσε η διεύρυνση της φορολογικής βάσης, παρά το γεγονός ότι η “αφαίμαξη” από το εισόδημα των χαμηλών οικονομικών τάξεων είναι μεγαλύτερη μέσω των έμμεσων φόρων.

Στην Ελλάδα, μέχρι σήμερα, το αφορολόγητο όριο εισοδήματος είναι 12.000 ευρώ (αυτό ενδέχεται να αλλάξει εφ’ όσον ψηφισθεί το “μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα” από τη Βουλή, στα τέλη Ιουνίου. Το όριο αυτό είναι (ως έχει σήμερα) το υψηλότερο, όχι μόνον στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά στο σύνολο των 34 χωρών μελών του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ).

Ο Πίνακας 10, εμφανίζει το ποσό φόρων που θα πλήρωνε ένας φορολογούμενος σε 21 χώρες της Ευρώπης, εάν είχε εισόδημα 12.000. Παρατηρούμε ότι, με βάση την κλίμακα φορολογίας εισοδήματος που ισχύει σήμερα, ο εργαζόμενος που έχει εισόδημα 12.000 ευρώ στην Ελλάδα, δεν καταβάλλει φόρους! Και αυτό παρά το γεγονός ότι, ακόμη και αυτός που έχει εισόδημα 12.000 ευρώ, απολαμβάνει μία ποσότητα κρατικών υπηρεσιών, ακόμη και εάν αυτές δεν είναι στο επίπεδο που πολλοί θα επιθυμούσαν.
(Σημειώνεται ότι, για τις περισσότερες χώρες που αναφέρονται στον Πίνακα 10, ως “εισόδημα” θεωρείται το “ακαθάριστο” και όχι το “καθαρό” που υπολογίζεται στην Ελλάδα).
Απεναντίας, οι ευρωπαίοι φορολογούμενοι (από τους οποίους σήμερα η χώρα μας δανείζεται για να πετύχει τη διάσωσή της) πληρώνουν από 59 ευρώ (Λουξεμβούργο) έως 3.960 ευρώ (Ολλανδία). Ο αστάθμητος μέσος όρος του φόρου για εισόδημα 12.000 ευρώ σε 21 ευρωπαϊκές χώρες, φθάνει στα 1.988 ευρώ.

Στην πράξη όμως, στην Ελλάδα, ο εργαζόμενος με εισόδημα 12.000 ευρώ, καταβάλλει περισσότερους φόρους αναλογικά με το εισόδημά του, απ’ ότι θα κατέβαλε εάν υπήρχε ένα διαφορετικό σύστημα φορολογίας εισοδήματος. Και αυτό ισχύει λόγω των έμμεσων φόρων, που πλήττουν τους πάντες χωρίς διάκριση.

Βεβαίως, προς το παρόν δε θα ασχοληθούμε με τις θεωρίες που είναι δημοφιλείς σε άλλα κράτη (και σε μικρό αριθμό ελλήνων πολιτών) που αναφέρουν ότι, η ύπαρξη υψηλού αφορολόγητου ορίου, καταλήγει να συνιστά αντικίνητρο για τη βελτίωση της θέσης του ατόμου και την ανάπτυξη των χαρισμάτων του. Στη σημερινή “Ελλάδα της κρίσης”, η θεωρία αυτή δε μπορεί να έχει εφαρμογή. Θα έχει όμως -με βεβαιότητα- στο μέλλον.

Παράλληλα, λόγω περιορισμού του χώρου, δε θα ασχοληθούμε με τις θεωρίες που αναφέρονται στη θετική επίδραση που έχει για την κατανάλωση η μείωση των έμμεσων φόρων, με συνολικά ευεργετικά αποτελέσματα στην οικονομία, αλλά και στη συνολική αύξηση των φορολογικών εσόδων, λόγω των πολλαπλασιαστικών αποτελεσμάτων που προκαλούνται και της ευρύτερης ανάπτυξης της οικονομίας.

(Δείτε παλαιότερο άρθρο αναφορικά με το φόρο εισοδήματος)


Προτάσεις Πολιτικής:

Η είσπραξη από έμμεσους φόρους στην Ελλάδα είναι ιδιαίτερα χαμηλή και θα πρέπει να διορθωθεί. Τόσο σε επίπεδο φορολογικής βάσης (ο αριθμός των ατόμων που πληρώνουν φόρους), όσο και σε επίπεδο είσπραξης.
Βέβαια και τα δύο από τα παραπάνω είναι αντιδημοφιλή και συνεπάγονται σημαντικό πολιτικό κόστος για τον υπουργό που το αποφασίζει, αλλά και για την Κυβέρνηση που το εφαρμόζει (πολλά είναι τα παραδείγματα του παρελθόντος που το αποδεικνύουν).
Όμως, τελικά οι χαμηλότερες οικονομικές ομάδες που αντιδρούν στη διεύρυνση της φορολογικής βάσης ή στην αύξηση των άμεσων φόρων, είναι αυτές που τελικά ζημιώνονται από την μη πραγματοποίησή τους!

Κατά την άποψή μας, η παρεξήγηση που υπάρχει στην κοινωνία για το ζήτημα αυτό οφείλεται και στην άγνοια του πληθυσμού για το πώς πραγματικά έχουν τα μεγέθη και η κατάσταση.

Βεβαίως, για να επιχειρηθεί μία συστηματική προσπάθεια αύξησης της φορολογικής βάσης και της είσπραξης των άμεσων φόρων, θα πρέπει να γίνουν πετυχημένες προσπάθειες προς τέσσερις κατευθύνσεις:
α) την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής
β) τη μείωση των έμμεσων φόρων
γ) τη διόρθωση των φορολογικών συντελεστών στα διάφορα κλιμάκια εισοδήματος
δ) την αναθεώρηση των φοροαπαλλαγών και στη διασύνδεσή τους με το συνολικό εισόδημα του φορολογούμενου

Η διεύρυνση της φορολογικής βάσης (μέσω της μείωσης του αφορολόγητου εισοδήματος), συνιστά σήμερα μία διεύρυνση της αδικίας που υφίστανται τα χαμηλά οικονομικά στρώματα της χώρας και κυρίως οι εργαζόμενοι ως υπάλληλοι.
Η διεύρυνση της φορολογικής βάσης, μέτρο σωστό και λογικό ως προς την αρχή, θα πρέπει να εφαρμοστεί με άμεσες παράλληλες προσπάθειες για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής. Προσπάθειες που θα πρέπει να “εντυπωσιάσουν” ως προς το χαρακτήρα τους (έτσι ώστε να κατευνάσουν τη λαϊκή αγανάκτηση που θα προκαλέσει η διεύρυνση της φορολογικής βάσης), αλλά και που θα πρέπει να έχουν σοβαρό εισπρακτικό αποτέλεσμα.

Παράλληλα, η διεύρυνση της φορολογικής βάσης, θα πρέπει να συνδυασθεί είτε με μία παράλληλη μείωση των έμμεσων φόρων (ΦΠΑ και άλλοι ειδικοί φόροι), είτε (εφ’ όσον το πρώτο δεν είναι δυνατό λόγω της οικονομικής συγκυρίας και των δεσμεύσεων της χώρας απέναντι στην τρόικα), με συγκεκριμένες υποσχέσεις για μείωσή τους στο προσεχές μέλλον, όταν ολόκληρο το φορολογικό σύστημα αρχίσει να κινείται προς μία περισσότερο σύγχρονη κατεύθυνση, αλλά και θα έχει αρχίσει να αποδίδει η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.
Βεβαίως, η απόφαση για τη μετάβαση στον υψηλό φορολογικό συντελεστή μίας κατηγορίας υπηρεσιών και προϊόντων από τον προσεχή Σεπτέμβριο, είναι λανθασμένη. Είναι αμφίβολο εάν θα έχει τα αναμενόμενα δημοσιονομικά αποτελέσματα, αφού: α) θα αυξήσει τη ροπή προς τη φοροδιαφυγή, β) θα προκαλέσει μείωση της ζήτησης και συρρίκνωση συγκεκριμένων επαγγελματικών κλάδων, με αποτέλεσμα την απώλεια θέσεων εργασίας και τις επιδράσεις που αυτό έχει στο κοινωνικό επίπεδο, αλλά και σε επίπεδο απώλειας ασφαλιστικών εισφορών ή αύξηση των δαπανών του ΟΑΕΔ κλπ. γ) θα αυξήσει το αίσθημα της αδικίας στους πολίτες.

Ανάμεσα στα μέτρα αναμόρφωσης του φορολογικού συστήματος που θα αποφασισθούν, θα πρέπει να υπάρξει η πρόβλεψη για αναμόρφωση των φορολογικών κλιμακίων και της επιβάρυνσης που υπάρχει σε κάθε φορολογικό κλιμάκιο.
Στη σημερινή συγκυρία, αυτό θα αποτελέσει ένα μέτρο κοινωνικής δικαιοσύνης, ενώ θα συμβάλλει στη δημιουργία δυνατοτήτων για τη μείωση του συντελεστή ΦΠΑ ή τη μείωση άλλων έμμεσων φόρων.

Τέλος, θα πρέπει να υπάρξει εκσυγχρονισμός στη θεώρηση των φορολογικών απαλλαγών (κατάργηση ορισμένων και θέσπιση νέων) αλλά και σύνδεσή τους με το συνολικό εισόδημα κάθε φορολογούμενου.


Συμπερασματικά, από την εξέταση των παραπάνω στοιχείων, αλλά και από την παρακολούθηση των οικονομικών πραγμάτων στην Ελλάδα, προκύπτει το συμπέρασμα ότι, εάν η χώρα είχε ένα καλύτερα διαρθρωμένο φορολογικό σύστημα, εάν στο παρελθόν είχε πετύχει κάποια αξιόλογα αποτελέσματα εναντίον της φοροδιαφυγής και κυρίως, εάν είχε κατορθώσει να περιορίσει το μέγεθος του Κράτους και να αυξήσει την αποτελεσματικότητά του, η χώρα δε θα βρισκόταν στη σημερινή κρίσιμη κατάσταση.
Αλλά και πάλι, ακόμη και σήμερα, μπορεί να πετύχει τη βελτίωση των δημοσιονομικών της δεικτών. Οι 5 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, οι οποίες προσδιορίζουν τη διαφορά των δημοσιονομικών της μεγεθών σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μπορούν να “εξοικονομηθούν” για το Κράτος, εφ’ όσον εκσυγχρονισθεί και ορθολογικοποιηθεί το φορολογικό της σύστημα, εφ’ όσον περιορισθεί ή εξαλειφθεί η σημερινή αβεβαιότητα στην κοινωνία και την οικονομία και επανέλθει η οικονομία σε τροχιά ανάπτυξης.

Βεβαίως, είναι σαφές ότι, το δημοσιονομικό πρόβλημα της Ελλάδας δεν οφείλεται αποκλειστικά στα χαμηλά φορολογικά έσοδα, ή στους χαμηλούς άμεσους φόρους. Εξ' ίσου σημαντικός είναι και ο τομέας των κρατικών δαπανών, αλλά ακόμη και η αποτελεσματικότητα των δαπανών αυτών. Και εάν βεβαίως δούμε το πρόβλημα ευρύτερα, θα συμφωνήσουμε όλοι ότι, το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι ούτε μόνον οικονομικό, αλλά ούτε μόνον δημοσιονομικό. Είναι και πρόβλημα ηθικής. Πρόβλημα ηθικής από την πλευρά του πολιτικού κόσμου (πολιτικό πρόβλημα), αλλά και πρόβλημα ηθικής από την πλευρά ενός μέρους των πολιτών (κοινωνικό πρόβλημα).


Το πρόβλημα της Ελλάδας είναι πολυσύνθετο. Και ως τέτοιο θα πρέπει να θεωρηθεί και να αντιμετωπισθεί.

Ένα πράγμα όμως είναι βέβαιο. Η Ελλάδα είναι ένα κράτος με σημαντικά πλεονεκτήματα που μπορεί να παράξει πλούτο και μπορεί να ζει χωρίς δανεισμό. Αυτό που χρειάζεται είναι μία περισσότερο σύγχρονη και ορθολογική πολιτική συμπεριφορά και καλύτερες σχέσεις μεταξύ Κράτους και Πολίτη. Η κατάσταση είναι σοβαρή, είναι κρίσιμη, αλλά -ακόμη και σήμερα- μπορεί να διασωθεί.



Πίνακες που χρησιμοποιούνται στο παραπάνω κείμενο:

Πίνακας 1: Βασικά Δημοσιονομικά Στοιχεία Ελλάδας (1999-2010)
Πίνακας 2: Βασικά Δημοσιονομικά Μεγέθη, Ελλάδα - Ευρωπαϊκή Ένωση (2007-2010)
Πίνακας 3: Σύνθεση Φορολογικών Εσόδων: Ελλάδα - Ευρωπαϊκή Ένωση (ως % του ΑΕΠ)
Πίνακας 4: Συνολικά έσοδα της Κυβέρνησης, ως % του ΑΕΠ
Πίνακας 5: Έμμεσοι Φόροι ως % του ΑΕΠ
Πίνακας 6: Άμεσοι Φόροι ως % ΑΕΠ
Πίνακας 7: Φόροι Εισοδήματος ως % του ΑΕΠ
Πίνακας 8: Φόροι Επιχειρήσεων ως % του ΑΕΠ
Πίνακας 9: Εισφορές Κοινωνικής Ασφάλισης ως % του ΑΕΠ
Πίνακας 10: Η Φορολογία στην Ευρώπη


Νέα έκδοση (15-6-2011): Tax Revenue in the European Union (αρχείο PDF)

 

Μπορείτε να κατεβάσετε το παρόν άρθρο, σε αρχείο PDF, από το πάνω δεξί τμήμα του παραθύρου (στη θέση "Αρχεία")



Εγγραφή RSS για αυτά τα σχόλια Σχόλια (2 σχολιάστηκε):

Γιάννης Σιάτρας την 12 Ιουλίου 2011
avatar
Δεν έχω υπ' όψη μου κάποια τέτοια μελέτη.
Απεναντίας, γνωρίζω ότι η τάση πολλών think tanks στην Αμερική είναι η κατάργηση των άμεσων φόρων έτσι ώστε να δοθεί η βαρύτητα στους έμμεσους, με το λογική ότι, "σταδιακά, όλο το εισόδημα κάποια στιγμή καταναλώνεται".

Όμως, η Ελλάδα αυτή τη στιγμή δεν αντέχει πειραματισμούς. Πρέπει τουλάχιστον να ακολουθήσει αυτά που γίνονται στις άλλες χώρες.
Δηλώστε μας αυτό το σχόλιο ώς μη αποδεκτό ή κακόβουλο
Επικροτήστε αυτό το σχόλιο υπερψηφίζοντάς το Αποδοκιμάστε αυτό το σχόλιο καταψηφίζοντάς το
0
Nik την 12 Ιουλίου 2011
avatar
Υπάρχει καμία μελέτη για τις επιπτώσεις της συνολικής κατάργησης έμμεσων φόρων, καθώς και ασφαλιστικών εισφορών;

Πρόταση για την κατάργηση ασφαλιστικών εισφορών έχει κάνει ο Στέφανος Μάνος που τόνισε την αύξηση παραγωγικότητας και μείωση κόστους λειτουργείας επιχειρήσεων αν οι συντάξεις πληρώνονταν από τον προϋπολογισμό και όχι τα ταμεία. Επεκτείνοντας την σκέψη σε όλους του έμμεσους φόρους είναι προφανής η μείωση κόστους (πχ τήρηση βιβλίων για ΦΠΑ κλπ).

Η πηγή όλων των φόρων είναι το εισόδημα. Είτε η φορολογία είναι έμμεση είτε άμεση, όλα από το εισόδημα βγαίνουν. Αρα είναι λογικό να επικεντρώνεται η φορολογική προσπάθεια στο εισόδημα και πουθενά αλλού.

Τα παραπάνω είναι μια υπόθεση εργασίας. Μη βαράτε όλοι μαζί.

Νικ
Δηλώστε μας αυτό το σχόλιο ώς μη αποδεκτό ή κακόβουλο
Επικροτήστε αυτό το σχόλιο υπερψηφίζοντάς το Αποδοκιμάστε αυτό το σχόλιο καταψηφίζοντάς το
0
συνολικά: 2 | προβολή: 1 - 2

Σχολιάστε το άρθρο

Είσοδος Μελών
  • email Αποστολή άρθρου
  • print Εμφάνιση εκτύπωσης
  • Plain text Προβολή ώς Plain Text
Newsletter
Δώστε μας το e-mail σας για να λαμβάνετε όλα τα νέα του Συλλόγου μας