Βουλή: Απαραίτητο το αναπτυξιακό σχέδιο για την «επόμενη ημέρα»

Εντονη κριτική για το γεγονός ότι δεν έχει παρουσιαστεί συγκεκριμένο αναπτυξιακό σχέδιο για την εποχή μετά την ολοκλήρωση του Μνημονίου ασκεί στην τριμηνιαία έκθεσή του το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους της Βουλής (ΓΠΚ). Ταυτόχρονα, το Γραφείο υποστηρίζει πως τόσο η δημοσιονομική προσαρμογή, όσο και οι μεταρρυθμίσεις πραγματοποιούνται σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο διεθνές κι ευρωπαϊκό περιβάλλον, σαν να είναι «πάνω σε κινούμενη άμμο», αναδεικνύοντας το εύθραυστο της κατάστασης της ελληνικής οικονομίας.
«Ενώ η κυβέρνηση αναγνωρίζει ότι είναι αδύνατη η επιστροφή στο προηγούμενο πρότυπο ανάπτυξης, δεν αποσαφηνίζει με ποια ακόμα συγκεκριμένα μέτρα, μεταρρυθμίσεις και χρονοδιαγράμματα θα διαμορφωθούν οι συνθήκες για εξωστρεφή ανάπτυξη» αναφέρουν οι οικονομολόγοι του Γραφείου. Επίσης, σημειώνουν ότι η ρητορική του «τέλους του μνημονίου», όπως διαμορφώθηκε «παραβλέπει το ευρωπαϊκό περιβάλλον και συνδέεται με αποφάσεις (προσφυγή στις «αγορές» για δανεισμό) που μπορεί να προκαλέσουν τεράστιο κόστος σε μια ήδη εξασθενημένη οικονομία και σκληρότερη εποπτεία από τις αγορές που δεν είναι προβλέψιμες».
Σε ό,τι αφορά στην πολιτική κατάσταση που επικρατεί στη χώρα, το ΓΠΚ σημειώνει πως «το ενδεχόμενο εθνικών εκλογών με αφορμή την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας ωθεί τη χώρα σε μια μακρά προεκλογική περίοδο. Ανεξάρτητα από αυτό, οι δισταγμοί και οι ανακολουθίες στη μεταρρυθμιστική πολιτική της κυβέρνησης, η ανυπαρξία συντεταγμένης αναπτυξιακής πολιτικής και η ασάφεια των θέσεων της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν συμβάλουν στη δημιουργία κλίματος σταθερότητας στην οικονομική πολιτική. Έτσι θα αποθαρρύνονται σοβαρές επενδύσεις που κατά κανόνα χρειάζονται σταθερό και άρα προβλέψιμο πολιτικό περιβάλλον».
Πάντως, οι οικονομολόγοι του Γραφείου εκτιμούν πως όποια λύση κι αν επιλεγεί για την επόμενη ημέρα μετά το τέλος του Μνημονίου (είτε η έξοδος στις αγορές ή το αγκυροβόλιο του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας μέσω μιας προληπτικής γραμμής πίστωσης ή με απευθείας δανεισμό), θα συνοδεύεται «από στενή εποπτεία της ελληνικής οικονομικής πολιτικής, πράγμα που συχνά παραβλέπει η δημόσια συζήτηση. Αν η χώρα προσφύγει στις αγορές, τότε θα είναι αυτές που θα αξιολογούν την οικονομική πολιτική της με απρόβλεπτο εν μέρει τρόπο. Αν η χώρα προσφύγει στον ΕΜΣ άμεσα (με νέο δανεισμό για την κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού) ή έμμεσα («προληπτική πίστωση») η εποπτεία θα είναι στενή και σύμφωνη με τους ισχύοντες κανόνες στην ΕΕ. Αλλά και χωρίς προσφυγή στον ΕΜΣ, η χώρα θα υπόκειται σε μηχανισμούς εποπτείας. Π.χ. η εισροή πόρων από τα διαρθρωτικά ταμεία θα εξαρτάται από την επίτευξη των μεσοπροθέσμων στόχων. Επίσης, θα πραγματοποιούνται σε τακτά διαστήματα για όλες τις χώρες της ΕΕ «αναλύσεις βιωσιμότητας» του χρέους (Debt Sustainability Analysis) που μπορεί να οδηγούν σε ενισχυμένη εποπτεία».
Επίσης, το ΓΠΚ αμφισβητεί τον στόχο που έχει θέσει η κυβέρνηση για την ανάπτυξη του 2015 που ανέρχεται στο 2,9%. «Το προσχέδιο κρατικού προϋπολογισμού για το 2015 προβλέπει ρυθμό μεγέθυνσης 2,9% το 2015!» αναφέρει και συμπληρώνει πως «η πρόβλεψη δείχνει αισιοδοξία για ταχεία ανάπτυξη το 2015 και αν επιβεβαιωθεί θα συμβάλει στην επίτευξη και άλλων δημοσιονομικών στόχων («πρωτογενών πλεονασμάτων» κλπ)». Όμως σημειώνει ότι «πολλά θα εξαρτηθούν από την αποκατάσταση της αξιοπιστίας της χώρας», καθώς «ο ρυθμός μεγέθυνσης συσχετίζεται με τις προσδοκίες». Πάντως, αναφέρεται πως «δεν είναι εμφανές από πού προκύπτει και αριθμητικά το 2,9%. Η προσδοκία για αύξηση της κατανάλωσης κατά 1,6% σε σύγκριση με το 2013 είναι φιλόδοξη, δεδομένου ότι έχουν συσσωρευθεί ληξιπρόθεσμες οφειλές και έχουν αυξηθεί οι επιβαρύνσεις από διάφορα τέλη-φόρους και κατάργηση των φοροαπαλλαγών. Οι φοροελαφρύνσεις που αναφέρονται στο προσχέδιο περιορίζονται στην ήδη θεσμοθετημένη μείωση του ΕΦΚ κατά 30% για το πετρέλαιο θέρμανσης. Οι υπόλοιπες παρεμβάσεις είναι ελλιπώς τεκμηριωμένες ως προς την ποσοτική τους επίδραση. Η μείωση της εισφοράς αλληλεγγύης ουσιαστικά αποτελεί νέο μέτρο, καθώς θα τερματιζόταν αυτοδίκαια η εφαρμογή της στο τέλος του έτους. Εξίσου φιλόδοξες είναι και οι παραδοχές που αφορούν επενδύσεις (11.7%) και εξαγωγές (5.2%)».
Μάλιστα, το ΓΠΚ υποστηρίζει ότι «μια σειρά από δείκτες στον τομέα της κοινωνικής δικαιοσύνης, όπως για παράδειγμα, η ανεργία των νέων, η φτώχεια, η ανισότητα η εισοδηματική εξαθλίωση διαφόρων ομάδων του πληθυσμού κλπ. φανερώνουν ότι η επιτευχθείσα μακροοικονομική ισορροπία είναι εύθραυστη καθώς τα κοινωνικά προβλήματα, εάν δεν θεραπευτούν έγκαιρα, θα απειλήσουν την όποια οικονομική πρόοδο. Κατά την εκτίμησή μας η οικονομία πρέπει να διανύσει πολύ δρόμο ακόμα για να περάσει σε διατηρήσιμους ρυθμούς ανάπτυξης και ικανοποιητική μείωση της ανεργίας».
Σε ό,τι έχει να κάνει με την δημοσιονομική προσαρμογή που συντελέστηκε «είναι μεγάλη» κατά τους οικονομολόγους του ΓΠΚ και «παρά το μεγάλο οικονομικό και κοινωνικό κόστος (και την προχειρότητα στο σχεδιασμό και την εφαρμογή), το αποτέλεσμα δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Θα συμβάλλει στις δύσκολες διαπραγματεύσεις κυρίως με τους εταίρους στην Ευρωζώνη, τον ESM και την ΕΚΤ». Όμως, την εικόνα που έχει δημιουργηθεί «συσκότισαν οι αλλεπάλληλες φορολογικές επιβαρύνσεις και αστοχίες που δεν εντάσσονταν σε ένα συνολικό σχέδιο αναμόρφωσης του φορολογικού συστήματος (π.χ. στον ΕΝΦΙΑ που υπολογίσθηκε με βάση εξωπραγματικές αντικειμενικές αξίες και επιβαρύνει ακόμα και την πρώτη κατοικία) και πολιτικοί δισταγμοί σε άλλους κρίσιμους τομείς με αποτέλεσμα π.χ. να μην αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά η φοροδιαφυγή στα πετρελαιοειδή».
Παράλληλα, το Γραφείο επισημαίνει ότι υπάρχουν και αβεβαιότητες ως προς το τελικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα του τρέχοντος έτους, αν και κατά το ΓΛΚ επιτυγχάνεται ένα πρωτογενές πλεόνασμα 2,4% του ΑΕΠ, πάνω από τον αρχικό στόχο του 1,5% του ΑΕΠ το 2014. «Οι αβεβαιότητες οφείλονται στις εκκρεμότητες της οικονομικής πολιτικής, στην πορεία των φορολογικών εσόδων (π.χ. αν θα επιτευχθεί η είσπραξη του 25% των νέων ληξιπρόθεσμων οφειλών των ιδιωτών προς το Δημόσιο) και στην κατάσταση του ασφαλιστικού συστήματος. Το ζήτημα είναι ότι οι σχεδιασμοί και ανασχεδιασμοί δεν έχουν τέλος, τροφοδοτώντας τη γενικότερη αβεβαιότητα, που με τη σειρά της εμποδίζει την ανάπτυξη».
ΣΩΤΗΡΗΣ ΝΙΚΑΣ
Πηγή: kathimerini.gr
14
Σχολιάστε το άρθρο