Πώς συνδέονται φόροι και χρέος
ΜΠΑΜΠΗΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
Κυριαρχεί στην τρέχουσα πολιτική συζήτηση μια διπλή αριθμητική παρεξήγηση. Πολλοί πιστεύουν ότι (α) οι φόροι αυξάνονται επειδή πληρώνουμε το χρέος και (β) αν το χρέος περικοπεί το κράτος θα μπορεί να αυξήσει τις συντάξεις και να κάνει επενδύσεις για να πάρει μπροστά η οικονομική μηχανή. Οι παρεξηγήσεις αυτές δημιουργούν πρόσθετες πολιτικές επιπλοκές, αφού θολώνουν την κρίση των πολιτών. Μπορεί, μάλιστα, οι νέοι βουλευτές να περιμένουν από τη νέα κυβέρνηση λύσεις που δεν θα είναι σε θέση να τους προσφέρει.
Η πρώτη παρεξήγηση συνδέεται με την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους. Η υπηρεσία του χρέους περιλαμβάνει δύο εντελώς διακριτές ενέργειες. Η μία αφορά τα χρεολύσια, δηλαδή την αποπληρωμή των τίτλων στη λήξη τους, που γίνεται στην ονομαστική αξία του τίτλου, αφού πρόκειται για επένδυση σταθερής αξίας. Ο κάτοχος του τίτλου κεφαλαίου θα λάβει 100 μονάδες ακόμη κι αν έχει αγοράσει τον τίτλο σε διαφορετική τιμή, για παράδειγμα σε 92 μονάδες, οπότε πραγματοποιεί κεφαλαιακό κέρδος 8 μονάδων.
Το κράτος πληρώνει τα παλαιά δανεικά με νέα δανεικά. Δεν χρησιμοποιεί τους φόρους. Γι’ αυτό, άλλωστε, το κρατικό χρέος δεν μειώθηκε ποτέ, παρά μόνον όταν η χώρα τέθηκε σε χρεοκοπία ή προκάλεσε «κούρεμα» του χρέους. Οι δύο τελευταίες χρεοκοπίες χρέους έγιναν το 1932 και το 1945. Η χώρα ήταν αποκλεισμένη από τις αγορές κεφαλαίου και επανεξέδωσε ομόλογα ταυτόχρονα με την είσοδό της στην ΟΝΕ, ενώ το 2012 το ελληνικό χρέος αναδιαρθρώθηκε με τη σύμφωνη γνώμη των επενδυτών που έχασαν το 55% της ονομαστικής αξίας των ομολογιών.
Η δεύτερη πράξη υπηρεσίας του χρέους είναι η πληρωμή του κουπονιού, δηλαδή του ποσού που προκύπτει από το σταθερό επιτόκιο επί της σταθερής και πλήρους αξίας του τίτλου. Η πληρωμή αυτή γίνεται επίσης με νέα δανεικά, όταν το κράτος έχει πρωτογενές έλλειμμα. Αυτό συνέβη για τα έτη 2003-2012, δηλαδή επί μία δεκαετία. Σε αυτό το διάστημα, κανένα ευρώ φόρων δεν χρησιμοποιήθηκε για την πληρωμή τόκων του χρέους. Η συμφωνία με τους πιστωτές είναι ότι, από ’δω και πέρα, ο ελληνικός προϋπολογισμός θα επιτυγχάνει πρωτογενές πλεόνασμα ίσο με τους τόκους, που σημαίνει ότι θα αρχίσουμε πράγματι να πληρώνουμε τους τόκους από τα φορολογικά έσοδα.
Εχοντας καθαρή αυτή την αριθμητική παρεξήγηση, είναι εύκολο να επανατοποθετήσουμε σε ρεαλιστική βάση τη δεύτερη παρεξήγηση. Η κατά ΣΥΡΙΖΑ μονομερής διαγραφή του χρέους δεν μας γλιτώνει τίποτε από φόρους και δεν προσθέτει τίποτε στα έσοδα του κράτους, άρα δεν μπορεί, από αυτήν την πηγή, ούτε τις συντάξεις να βελτιώσει ούτε δημόσιες επενδύσεις να κάνει. Μπορεί μόνον να αρνηθεί την πληρωμή τόκων. Με τα χρήματα που θα εξοικονομήσει το κράτος, οι ψηφοφόροι περιμένουν μείωση των φόρων και όχι την εξυπηρέτηση κομματικού χρέους. Δεν ακούω τίποτε παρόμοιο από την πλευρά της αντιπολιτεύσεως. Τυχαία; Καθόλου!
Πηγή: kathimerini.gr
15
Σχόλια (0 σχολιάστηκε):
Σχολιάστε το άρθρο