Η αρχή του τέλους

Αρχική | Απόψεις | Η αρχή του τέλους

Του Σταθη Ν. Καλυβα*

Πολλές φορές, οι μεγαλύτερες αλλαγές είναι και οι πιο αθόρυβες. Είναι πολύ πιθανό η Ιστορία να καταγράψει την εβδομάδα που πέρασε ως την αρχή του τέλους της μεγάλης ευρωπαϊκής κρίσης του 2010-13.

Δεν απέχουμε και πολύ από το 2009, αλλά η εποχή αυτή φαντάζει σήμερα σαν μακρινό παρελθόν. Ισως κάποιοι να έχουν ήδη ξεχάσει πως όλα ξεκίνησαν με την κρίση του χρέους. Η έννοια που σημάδεψε την περίοδο εκείνη, όταν λέξεις όπως «Μνημόνιο» και «τρόικα» δεν αποτελούσαν ακόμη μέρος του καθημερινού λεξιλογίου, ήταν τα «σπρεντ», η απόσταση δηλαδή ανάμεσα στο κόστος δανεισμού μιας χώρας συγκριτικά με αυτό της Γερμανίας. Οταν τα σπρεντ εκτινάχτηκαν και το επιτόκιο που ζητούσαν οι αγορές για να μας δανείσουν ξεπέρασε το 6%, ο δανεισμός έγινε αδύνατος. Για να αποφύγουμε την άτακτη χρεοκοπία, αναγκαστήκαμε να δανειστούμε από το ΔΝΤ, την ΕΚΤ και τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης με αντάλλαγμα την εφαρμογή ενός προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής (κοινώς λιτότητας) και δομικών μεταρρυθμίσεων.

Οπως ακριβώς η απογείωση των σπρεντ υπήρξε η αφετηρία της μεγάλης κρίσης, έτσι και η προσγείωσή τους σηματοδοτεί την αρχή του τέλους της. Την εβδομάδα που πέρασε, έγινε φανερό πως οι αγορές είναι πλέον διατεθειμένες να δανείσουν τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου με όρους που προσεγγίζουν τα επίπεδα που ίσχυαν πριν από την κρίση. Τα επιτόκια δανεισμού της Ιταλίας και της Ισπανίας υπέστησαν δραστική μείωση και κινούνται πλέον κάτω του 4%, ενώ η Πορτογαλία ξαναβγήκε για πρώτη φορά στις αγορές επιτυγχάνοντας επιτόκιο δεκαετούς ομολόγου κάτω του 6%. Η δραματική αυτή μεταστροφή των αγορών δεν αποτελεί στιγμιαία διακύμανση. Επιδέχεται μεν πολλές και διαφορετικές ερμηνείες, αλλά είναι δηλωτική του γεγονότος πως τόσο οι προσπάθειες της Ευρωπαϊκής Ενωσης να μεταρρυθμίσει τους θεσμούς της όσο και αυτές των χρεωμένων χωρών να ρυθμίσουν τα δημοσιονομικά τους προβλήματα, έπιασαν τόπο. Σε τελική ανάλυση, η μεταστροφή αυτή ισοδυναμεί με ψήφο εμπιστοσύνης τόσο στο ευρώ όσο και στις οικονομικές προοπτικές των χωρών του Νότου. Η εμπιστοσύνη αυτή κάθε άλλο παρά απεριόριστη είναι και θα εξανεμιστεί αν παρατηρηθούν σημάδια εκτροχιασμού. Ακριβώς επειδή οι ενδιαφερόμενοι το γνωρίζουν πολύ καλά, οι πιθανότητες αυτές είναι περιορισμένες.

Η επιστροφή της δανειοληπτικής ικανότητας των χωρών του Νότου θα οδηγήσει αναπόφευκτα στη χαλάρωση της λιτότητας. Από τη στιγμή που η αναχρηματοδότηση του χρέους είναι οικονομικά εφικτή, η ισχύς ρητών και υπορρήτων μνημονίων μειώνεται. Ηδη δόθηκε διετής παράταση στη Γαλλία για τη μείωση του ελλείμματός της στο 3% του ΑΕΠ, απόφαση που ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών Πιερ Μοσκοβισί ερμήνευσε, με μικρό μόνο βαθμό υπερβολής, ως πράξη ακύρωσης του δόγματος της λιτότητας. Συγχρόνως, ο υπουργός Οικονομικών της Πορτογαλίας ανέφερε ρητά πως προσβλέπει στη χαλάρωση των μέτρων λιτότητας από του χρόνου. Η Ελλάδα, ως ο μεγαλύτερος ασθενής, θα βγει στις αγορές τελευταία, αλλά δεν απέχει πια και τόσο πολύ. Αλλωστε, η μεταστροφή του διεθνούς κλίματος σε σχέση με τη χώρα μας είναι απτή. Από εκεί που όλα σχεδόν τα διεθνή δημοσιεύματα ήταν εντελώς απαισιόδοξα σε σχέση με τις προοπτικές μας, τώρα θεωρούν σχεδόν δεδομένη την ανάκαμψη και συζητούν ανοιχτά για τις ευκαιρίες που ανοίγονται με αυτήν.

Προφανώς, τίποτε από όλα αυτά δεν σημαίνει πως οι επιπτώσεις της κρίσης θα αρθούν άμεσα. Πέρα από την πάντα υπαρκτή περίπτωση ατυχημάτων, θα απαιτηθεί η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο και ιδίως της τραπεζικής ένωσης και της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας. Στην Ελλάδα, θα χρειαστεί να ρυθμιστεί το ζήτημα του χρέους, να επιταχυνθούν οι μεταρρυθμίσεις (και κυρίως να αρχίσουν να εφαρμόζονται), ενώ όπως είναι γνωστό, η μείωση της ανεργίας θα είναι αργή. Παρ’ όλ’ αυτά, ο τερματισμός της κρίσης του χρέους έχει τεράστια ψυχολογική σημασία. Οπως ακριβώς διδαχθήκαμε τις συνέπειες της αρνητικής ψυχολογίας στη δημιουργία ενός φαύλου κύκλου αυτοεκπληρούμενων προφητειών, έτσι θα διαπιστώσουμε και το ακριβώς αντίθετο, την ικανότητα δηλαδή της θετικής ψυχολογίας να γεννήσει έναν ενάρετο κύκλο.

Καταλήγοντας, θέλω να επιμείνω σε δύο βασικά σημεία. Το πρώτο αφορά στη λιτότητα. Οπως έχω ξαναγράψει, η πολιτική αυτή ήταν απαραίτητη, αλλά όχι ως δημοσιονομική πολιτική. Λειτούργησε πρωταρχικά ως «αξιόπιστο σήμα» για τις προθέσεις της χώρας να νοικοκυρέψει τα οικονομικά της. Οι πρόσφατες εξελίξεις πιστεύω πως δικαιώνουν πλήρως την ανάγνωση αυτή. Το δεύτερο αφορά στην ελληνική κοινωνία. Αν παραμείνει κανείς στην επιφάνεια, το μόνο που θα συγκρατήσει από τα τρία προηγούμενα χρόνια είναι τα σκουπίδια της κρίσης: ακατάσχετος λαϊκισμός, αδυναμία αυτογνωσίας, ακραίες συμπεριφορές. Προφανώς αυτά είναι υπαρκτά. Υπάρχει όμως και ένα βαθύτερο χαρακτηριστικό που μας διαφεύγει: η ωριμότητα της ελληνικής κοινωνίας, που αν και υπέστη ένα απίστευτο σοκ τελικά δεν λύγισε, όπως όλοι σχεδόν ανέμεναν ή και ίσως εύχονταν. Και πάλι όπως έχω ξαναγράψει, η ωριμότητα που προκύπτει ύστερα από μεγάλα σφάλματα, αποτελεί ένα τακτικά επαναλαμβανόμενο στοιχείο της ελληνικής ιστορίας και ένα κεντρικό χαρακτηριστικό του σύγχρονου ελληνισμού.

* Ο κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Yale.

 

 

Πηγή: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

 

 

8




Εγγραφή RSS για αυτά τα σχόλια Σχόλια (0 σχολιάστηκε):

συνολικά: | προβολή:

Σχολιάστε το άρθρο

Είσοδος Μελών
  • email Αποστολή άρθρου
  • print Εμφάνιση εκτύπωσης
  • Plain text Προβολή ώς Plain Text
Newsletter
Δώστε μας το e-mail σας για να λαμβάνετε όλα τα νέα του Συλλόγου μας