Η επιβράβευση των ηλεκτρονικών συναλλαγών

Παρακολουθώ με ενδιαφέρον τις δημοσιογραφικές πληροφορίες σχετικά με το νέο φορολογικό νομοσχέδιο, που πρόκειται να κατατεθεί στη Βουλή και ιδιαίτερα τις αναφορές για την προσπάθεια της κυβέρνησης να πριμοδοτήσει τη χρήση χρεωστικών καρτών στις αγορές αγαθών και υπηρεσιών, ώστε να καταπολεμήσει τη φοροδιαφυγή. Πρέπει να ξεκαθαρίσω από την αρχή ότι είμαι αναφανδόν υπέρμαχος στη χρήση χρεωστικών καρτών για πολλούς λόγους. Δυστυχώς, όμως, αυτά που ακούγονται σχετικά με τις προθέσεις του υπουργείου, όχι μόνο δεν βοηθούν, αλλά μπορεί (αν δεν εφαρμοστούν σωστά) να έχουν και τα αντίθετα αποτελέσματα.
Ας ξεκινήσουμε με το πιο απλό ζήτημα. Πρόθεση του υπουργείου είναι να γίνει υποχρεωτική η χρήση κάρτας για συναλλαγές που είναι μεγαλύτερες από 500 ευρώ, αντί για τα 1.500 ευρώ που ισχύει σήμερα. Αυτό αποδεικνύει περίτρανα το πόσο μακριά από την πραγματικότητα βρίσκονται οι άνθρωποι που τα σκέφτονται αυτά. Η μέση συναλλαγή με κάρτες το 2012 ήταν 76 ευρώ. Συναλλαγές άνω των 500 ευρώ είναι ελάχιστες και αυτές γίνονται (κατά κύριο λόγο) σε καταστήματα ηλεκτρικών συσκευών, τα οποία ανήκουν σε μεγάλες αλυσίδες που τηρούν κανονικά λογιστήρια και υποβάλλουν όλες τις συναλλαγές τους στην εφορία. Δηλαδή ενώ τα ψάρια που υπάρχουν στη θάλασσα της αγοράς είναι μαρίδες (76 ευρώ) εμείς χρησιμοποιούμε δίχτυα κατάλληλα για ξιφίες, για να πιάσουμε τη μαρίδα. Είναι φανερό ότι αυτό δεν γίνεται. Πάμε παρακάτω. Αν κάποιος θέλει να αγοράσει κάτι που κάνει 600 ευρώ και δεν θέλει να χρησιμοποιήσει κάρτα, τότε θα «σπάσει» την πώληση (split sales) σε δύο ή περισσότερες συναλλαγές και θα είναι και πάλι εντάξει με την εφορία. Βλέπουμε δηλαδή ότι η υποχρεωτική χρήση κάρτας δεν μπορεί να λειτουργήσει, εκτός αν το όριο μπει πολύ χαμηλά, πράγμα που δεν θα είναι αποδεκτό στην κοινωνία. Η χρήση της κάρτας μπορεί μόνο να γίνει με κίνητρα που θα τα δούμε παρακάτω.
Υπάρχει όμως και ένα άλλο θέμα που δεν έχει ξεκαθαρίσει ακόμα. Η χρήση της κάρτας μπορεί να συμβάλει στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής των επιχειρήσεων και της μη απόδοσης του ΦΠΑ. Σε καμία περίπτωση δεν βοηθά στη φορολογία του ατομικού εισοδήματος. Ακούγεται ότι το υπουργείο, στη δημιουργία του περιουσιολογίου για κάθε φορολογούμενο, σκοπεύει να θεωρήσει τις αγορές με κάρτες σαν τεκμήριο για το ατομικό εισόδημα. Αυτό θα είναι η καταστροφή, γιατί κανένας δεν θα θέλει να χρησιμοποιεί την κάρτα του για οποιαδήποτε συναλλαγή, η οποία θα του ανεβάζει το οικονομικό επίπεδο. Οταν το 1994 το ΠΑΣΟΚ έβαλε τις αγορές με κάρτες σαν τεκμήριο, η χρήση καρτών στην Ελλάδα μειώθηκε κατά 30%. Και στο σημείο αυτό το υπουργείο πρέπει να ξεκαθαρίσει τη στόχευσή του. Η κάρτα μπορεί να βοηθήσει σημαντικά στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής των επιχειρήσεων αλλά όχι των φυσικών προσώπων. Για να πάω ένα βήμα παρά πέρα. Αν κάποιος πλούσιος (που φοροδιαφεύγει) θέλει να χρησιμοποιεί κάρτες και δεν θέλει να καταγράφονται (σαν τεκμήριο) οι συναλλαγές του, τότε θα πάρει μία κάρτα από τράπεζα του εξωτερικού και θα είναι άγνωστος στις ελληνικές τράπεζες και στην εφορία.
Η προώθηση της χρήσης καρτών μπορεί να γίνει μόνο με σημαντικά κίνητρα. Η παραοικονομία στην Ελλάδα σήμερα εκτιμάται ότι κυμαίνεται γύρω στα 50 δισ. ευρώ ετησίως. Το κράτος χάνει σημαντικά έσοδα από την παραοικονομία. Μόνο ο ΦΠΑ που χάνεται στα 50 δισ. ευρώ είναι περίπου 10 δισ. ευρώ. Αξίζει, λοιπόν, να δοθούν ουσιαστικά κίνητρα για να περιοριστεί η μαύρη οικονομία που κινείται με μετρητά. Πιστεύω ότι ένα ισχυρό κίνητρο θα ήταν η πλήρης αποδοχή όλων των ηλεκτρονικών συναλλαγών σαν έκπτωση από το εισόδημα. Το σύστημα αυτό εφαρμόστηκε με πολύ μεγάλη επιτυχία στις αρχές της δεκαετίας του 2000 στην Κορέα, όταν έγινε μια ριζική φορολογική μεταρρύθμιση. Στο κάτω κάτω αυτή είναι και μια κίνηση προς τη σωστή κατεύθυνση. Αν θέλουμε να εφαρμόσουμε σωστά το περιουσιολόγιο θα πρέπει να καταγράφουμε όλα τα έσοδα, αλλά να αναγνωρίζουμε και όλα τα έξοδα του φορολογούμενου, όπως γίνεται σε άλλες χώρες (π.χ. ΗΠΑ). Σαν ένα άλλο παράδειγμα, στις ΗΠΑ φορολογείται η υπεραξία των μετοχών, αλλά παράλληλα εκπίπτει και η τυχόν ζημία που υπέστη κάποιος από τις μετοχές. Στην Ελλάδα η πρόθεση είναι να εφαρμόσουμε μόνο τον φόρο της υπεραξίας, αλλά όχι την έκπτωση από τη ζημιά.
Υπάρχουν πολλές επιστημονικές μελέτες που αποδεικνύουν ότι μόνο με την επιβράβευση μπορεί να ενεργοποιηθεί το κοινό στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και ειδικότερα στον περιορισμό της μη απόδοσης του ΦΠΑ. Μάλιστα, όταν το προσδοκώμενο όφελος είναι πολύ μεγάλο, τότε η συμμετοχή είναι συντριπτική. Η πλέον συνηθισμένη δράση αφορά την ηλεκτρονική υποβολή των αποδείξεων που συλλέγει ένας πολίτης και τη συμμετοχή του σε πολλαπλές κληρώσεις, με κλιμακούμενα χρηματικά βραβεία. Η μέθοδος αυτή (με διάφορες παραλλαγές) εφαρμόστηκε (εδώ και πολλά χρόνια) με εξαιρετική επιτυχία στις ακόλουθες χώρες: Κίνα, Ταϊβάν, Κορέα, Αρμενία, Ινδονησία, κατεχόμενη Κύπρο, Βολιβία και Φιλιππίνες.
Η ιδέα είναι εξαιρετικά απλή και μπορούμε να τη δούμε με ένα παράδειγμα. Για κάθε απόδειξη που φτάνει ηλεκτρονικά στη Γενική Γραμματεία Πληροφορικών συστημάτων, ο κάτοχός της μετέχει σε μία ημερήσια κλήρωση με έπαθλο 1.000 ευρώ, μια εβδομαδιαία κλήρωση με έπαθλο 5.000 ευρώ, μια μηνιαία κλήρωση με έπαθλο 20.000 ευρώ και μία ετήσια κλήρωση με έπαθλο 1 εκατ. ευρώ. Η συνολική εκταμίευση για το υπουργείο είναι 1,856 εκατ. ευρώ, ποσό πολύ μικρό σε σχέση με το προσδοκώμενο όφελος. Η επιτυχία του συστήματος έγκειται στο ότι δεν απαιτεί κανέναν ανθρώπινο έλεγχο και γίνεται ολοκληρωτικά ηλεκτρονικά. Ακόμα, επειδή ο επιτηδευματίας που εκδίδει μία απόδειξη δεν γνωρίζει αν αυτή θα υποβληθεί ηλεκτρονικά στην ΓΓΠΣ, είναι υποχρεωμένος να την εμφανίσει στα έσοδά του. Η ηλεκτρονική υποβολή των στοιχείων των αποδείξεων μπορεί να γίνεται αυτόματα μέσω των χρεωστικών/πιστωτικών καρτών, μέσω της κάρτας αποδείξεων αλλά και μέσω SMS σε περίπτωση που ο πολίτης δεν έχει καμία κάρτα. Αξίζει να σημειωθεί ότι στις Φιλιππίνες η υποβολή των στοιχείων των αποδείξεων γινόταν με SMS, γιατί δεν υπήρχαν ανεπτυγμένες τραπεζικές υποδομές. Μέσα σε 12 μήνες έλυσαν το πρόβλημα της μη απόδοσης του ΦΠΑ, γιατί όλες οι επιχειρήσεις υπέβαλλαν πιο ειλικρινείς δηλώσεις ΦΠΑ, διότι υπέθεταν ότι τα στοιχεία των αποδείξεών τους είχαν ήδη σταλεί με τα SMS.
Παρόμοιες προτάσεις έχουν γίνει πολλές (και από διάφορες πηγές) στο υπουργείο Οικονομικών τα τελευταία χρόνια, αλλά πάντοτε συναντούν την άρνηση. Η κυριότερη δικαιολογία που ακούγεται είναι ότι «θα κατηγορηθεί το υπουργείο ότι προτρέπει τους πολίτες στον τζόγο». Είναι ευνόητο ότι δεν υφίσταται κανένας τζόγος αλλά μία από τις συνηθέστερες μεθόδους marketing όπου με την αγορά ενός προϊόντος, ο πελάτης αυτόματα συμμετέχει σε μια κλήρωση, που μπορεί να του αποφέρει σημαντικά κέρδη. Τέτοιες δράσεις ακούμε κάθε μέρα από τις τηλεοράσεις και τα ραδιόφωνα, χωρίς αυτό να εκλαμβάνεται σαν προτροπή προς τον τζόγο.
Του Ανδρεα Δρυμιωτη*
* Ο κ. Ανδρέας Δρυμιώτης είναι σύμβουλος επιχειρήσεων.
Πηγή: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
6
Σχολιάστε το άρθρο