Οι Ευρωπαίοι ηγέτες σήμερα θα εγκρίνουν τη δόση μας
Μπροστά στο ιστορικό δίλημμα να στηρίξουν την Ελλάδα, η οποία πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά βρίσκεται βήματα πριν από το χάος ή να τη σπρώξουν στην «άβυσσο», οι Ευρωπαίοι ηγέτες σήμερα αναμένεται να εγκρίνουν τη δόση των 44 δισ. ευρώ. Μια πολυσύνθετη πολιτική απόφαση, με την οποία θα απελευθερωθούν πόροι 44 δισ. που εκκρεμούν από τη βοήθεια προς τη χώρα μας για το 2012 και η οποία ταυτόχρονα θεωρείται ότι δίνει ελάφρυνση στο δημόσιο χρέος κατά το ίδιο συμπτωματικά ποσό των 44 δισ. ευρώ.
Βεβαίως, η «μαύρη τρύπα» που δημιουργήθηκε από την επαναγορά δεν θα επιτρέψει να μειωθεί το δημόσιο χρέος στον επιθυμητό βαθμό. Το πρακτορείο Reuters μετέδωσε χθες, επικαλούμενο Ευρωπαίο αξιωματούχο, ότι από την επαναγορά θα προκύψει μείωση χρέους κατά 9,5%, έναντι του επιδιωκόμενου 11% του ΑΕΠ. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι η μέση τιμή επαναγοράς των ομολόγων διαμορφώθηκε στα 33,5 λεπτά του ευρώ, ξεπερνώντας ελαφρώς τις εκτιμήσεις και δημιουργώντας μια «τρύπα» περίπου 450 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον επιδιωκόμενο στόχο. Δυστυχώς, τα απαιτούμενα κεφάλαια για τη «μαύρη τρύπα» άραγε θα προέλθουν από την πώληση όλων και περισσοτέρων «T-bills»;
Και μετά η Ελλάδα οφείλει να τηρήσει τις δεσμεύσεις της, να μην παρεκκλίνει από το Μνημόνιο και να προχωρήσει η φορολογική μεταρρύθμιση, ώστε οι επόμενες δόσεις να έρχονται κανονικά. Πάντως, αξίζει να επισημανθεί ότι η Ελλάδα θα μεταφέρει όλα τα έσοδα από τις αποκρατικοποιήσεις, τα πρωτογενή πλεονάσματα και «το 30% πάνω από τον στόχο που έχει τεθεί για το πρωτογενές πλεόνασμα» στον δεσμευμένο λογαριασμό.
Προφανώς, μεταρρυθμίσεις πρέπει να γίνονται διαρκώς, αλλά οι χώρες δεν καταστρέφονται οικονομικά εξαιτίας προβλημάτων στην εφαρμογή διαρθρωτικών αλλαγών. Καταστρέφονται όταν οι κρίσεις χρέους δεν αντιμετωπίζονται, με αποτέλεσμα οι συνθήκες ζωής να γίνονται αντίστοιχες εκείνων που επικρατούν σε συνθήκες χρεοκοπίας..
Από την πρώτη δόση των 34,4 δισ. ευρώ, τα 23,8 δισ. θα διατεθούν για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Σε πρώτη φάση, μετά τη 13η Δεκεμβρίου 2012 –με δεδομένη την έγκριση του προγράμματος από τα κοινοβούλια των χωρών–μελών της Ευρωζώνη– θα εκταμιευθούν 34,4 δισ. ευρώ, από τα οποία τα 23,8 δισ. θα διατεθούν για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών ενώ τα υπόλοιπα 10,6 δισ. θα καλύψουν δημοσιονομικές ανάγκες.
Οι τελευταίες περιλαμβάνουν:
- Την αποπληρωμή μηνιαίων εντόκων γραμματίων συνολικού ύψους 3,4 δισ. ευρώ που εκδόθηκαν για την εξόφληση του ομολόγου που είχε στην κατοχή της η ΕΚΤ (14 Δεκεμβρίου 2012).
- Την αποπληρωμή ενός ομολόγου ύψους 0,25 δισ. που δεν συμμετείχε στο PSI (21 Δεκεμβρίου 2012).
- Τη χρηματοδότηση πρωτογενούς ελλείμματος 2012 (5,3 δισ. σύμφωνα με τον προϋπολογισμό του 2013).
- Την αποπληρωμή μέρους των ληξιπρόθεσμων οφειλών του ελληνικού Δημοσίου.
Με δεδομένες τις παραπάνω αποπληρωμές, μόνο 1,9 δισ. απομένουν για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου. Το συγκεκριμένο ποσό απέχει σημαντικά από τη δαπάνη για εξόφληση ληξιπρόθεσμων οφειλών μέχρι το τέλος του 2012 (3,5 δισ.) που είχε προβλεφθεί στον προϋπολογισμό του 2013.
Τα υπολειπόμενα 9,3 δισ. (από τη δόση των 43.7 δισ.) θα καταβληθούν τμηματικά στο πρώτο τρίμηνο του 2013 με δεδομένη την υλοποίηση μιας σειράς κομβικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων:
α) το νέο φορολογικό νομοσχέδιο,
β) το σχέδιο για την αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου,
γ) την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών,
δ) το σχέδιο για την αναδιάρθρωση της ΔΕΗ και
ε) τις ρυθμίσεις για την απελευθέρωση της αγοράς καυσίμων.
Τα πάντα ξεκινούν από τη μνημειώδη αποτυχία του ελληνικού προγράμματος. Το πρότυπο της ακαριαίας δημοσιονομικής διόρθωσης χωρίς δραστική μέριμνα για την αναπτυξιακή λειτουργία του τραπεζικού συστήματος είχε ως αποτέλεσμα την παγίδευση πολιτών, επιχειρήσεων και τραπεζών σε μια καταστροφική δίνη, που περιστρέφεται με αυξανόμενη ταχύτητα. Η πρωτοφανής λιτότητα οδήγησε στην αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, καταδικάζοντας τράπεζες ήδη παγιδευμένες σε μη εξυπηρετούμενα κρατικά δάνεια να αδυνατούν να ανακυκλώσουν τον δανεισμό, δημιουργώντας έτσι έναν βάλτο ύφεσης στον οποίο παγιδεύτηκαν πρώτα οι πελάτες τους και έπειτα οι ίδιες. Εν τω μεταξύ, η ταχύτητα λήψης αποφάσεων για την αντιμετώπιση ενός προβλήματος που διαρκώς χειροτερεύει αποδεικνύεται μικρότερη από την ταχύτητα με την οποία το πρόβλημα χειροτερεύει.
Της Ζεζας Ζηκου
Πηγή: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
6
Σχολιάστε το άρθρο