Credit Suisse: Εξαιρετικά δυσοίωνη η προοπτική στην ευρωζώνη
ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ δυσοίωνη είναι η προοπτική που διαγράφεται στην ευρωζώνη το τελευταίο διάστημα, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της Credit Suisse, στην οποία και κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την εκροή κεφαλαίων που παρατηρείται κυρίως στην Ισπανία αλλά και στην Ιταλία. Αν και η πρόσφατη ευρωπαϊκή σύνοδος κορυφής απέτυχε να προσφέρει κάτι το ουσιαστικό που θα σηματοδοτούσε την άμεση δράση απέναντι στην κρίση χρέους της ευρωζώνης, ωστόσο μέσω των δηλώσεων των πολιτικών διαφαίνεται ότι οι αρχές αναγνώρισαν επιτέλους ότι η θεσμική αρχιτεκτονική του ευρώ είναι προβληματική, όπως άλλωστε και οι μηχανισμοί διάσωσης.
Η σωστή διάγνωση του προβλήματος είναι το πρώτο βήμα προς την αντιμετώπισή της, ενώ κρίνονται ιδιαίτερα θετικά και τα σχέδια του οδικού χάρτη για μεγαλύτερη πολιτική, δημοσιονομική και οικονομική ένωση. Και αυτό γιατί η απώλεια της εμπιστοσύνης εκ μέρους των επιχειρήσεων και των επενδυτών προκαλεί σημαντικές οικονομικές και δημοσιοοικονομικές ζημίες στα κράτη-μέλη. Επομένως μια βασική προτεραιότητα που θα πρέπει να θέσουν οι Ευρωπαίοι είναι να αποκατασταθεί σταδιακά η εμπιστοσύνη.
Το ζήτημα δεν είναι αν η Ιταλία και η Ισπανία μπορούν να παραμείνουν στη ζώνη του ευρώ, αλλά αν το ευρώ μπορεί να παραμείνει στην Ιταλία και την Ισπανία, επισημαίνει η Credit Suisse. Οι εκροές αυξάνονται επικίνδυνα, ενώ στην περίπτωση της Ισπανίας πλησιάζουν κοντά στο 50% του ΑΕΠ. Η τάση αυτή έχει οδηγήσει στη συνεχή αύξηση του κόστους κεφαλαίων για τον ιδιωτικό τομέα στην περιφέρεια, τόσο σε απόλυτες τιμές όσο και σε σχέση με τον πυρήνα της Ευρώπης, αφού τα επιτόκια που χρεώνουν οι τράπεζες στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά έχουν αυξηθεί σημαντικά, ενώ την ίδια ώρα και τα επιτόκια στη διατραπεζική συνεχίζουν την κάθετη ανοδική πορεία, απειλώντας τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης αποτελεί εξαιρετικά επείγουσα προτεραιότητα για την Ευρώπη, παρατηρεί η Credit Suisse.
Σχεδόν το αντίθετο ισχύει για τις χώρες του πυρήνα της ζώνης του ευρώ, οι οποίες αντιμετωπίζουν σημαντικές εισροές κεφαλαίων. Η συνολική καθαρή εισροή κεφαλαίων στη Γερμανία αντιστοιχεί πλέον στο 25% του ΑΕΠ, συνυπολογίζοντας τη μεταφορά κεφαλαίων μέσω του TARGET 2. Φυσικά, ως μέλη της ζώνης του ευρώ η Ιταλία και η Ισπανία δεν μπορεί να βιώσουν μία γνήσια κρίση του ισοζυγίου πληρωμών, αφού αυτές οι εκροές αντισταθμίζονται αποτελεσματικά από την αύξηση των κεφαλαίων του TARGET 2 μέσω των κεντρικών τραπεζών τους.
Το πρόβλημα για αυτές τις οικονομίες είναι ότι η φύση της χρηματοδότησης που εισέρχεται (τα κεφάλαια παρέχονται μέσω της κεντρικής τράπεζας στον τραπεζικό τομέα) είναι διαφορετική από τη φύση του κεφαλαίου που ρέει προς τα έξω. Τόσο οι ιταλικές όσο και οι ισπανικές τράπεζες σήμερα δανείζονται τεράστια ποσά από το ευρωσύστημα. Και δεδομένου ότι ο δανεισμός είναι μέσω τριετών φθηνών δανείων της ΕΚΤ (LTROs), οι τράπεζες διαθέτουν τα ποσά τόσο για την απομόχλευση του ενεργητικού τους όσο και για την αντιστάθμιση του αντίκτυπου των εκροών κεφαλαίου.
Έτσι βλέπουμε μια επιτάχυνση στην πιστωτική συρρίκνωση στις εγχώριες οικονομίες τους, παρά την “ανακύκλωση” των εκροών κεφαλαίων πίσω στο τραπεζικό σύστημα μέσω του δανεισμού της κεντρικής τράπεζας και του συστήματος TARGET 2. Αν και δεν είναι εύκολο να προσδιοριστούν επακριβώς οι επιπτώσεις αυτών των εκροών στις περιφερειακές οικονομίες, η δημοσιονομική λιτότητα και η κακή επιχειρηματική και καταναλωτική εμπιστοσύνη, η συμπεριφορά των επιχειρήσεων και οι καταναλωτικές δαπάνες είναι σίγουρα μερικές από τις αιτίες των σφιχτών πιστωτικών συνθηκών. Επομένως είναι πιθανό οι εκροές κεφαλαίων να συνεχιστούν, διατηρώντας σε μη βιώσιμα υψηλά επίπεδα το κόστος του κεφαλαίου για τον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα. Γι 'αυτό είναι ύψιστης σημασίας πλέον οι ευρωπαϊκές αρχές να αρχίσουν να εφαρμόζουν τις πρόσφατες ανακοινώσεις της συνόδου κορυφής γρήγορα και αποτελεσματικά. Δυστυχώς, φαίνεται ότι το αντίθετο είναι πιο πιθανό να συμβεί.
Πηγή: ΕΞΠΡΕΣ
5
Σχόλια (0 σχολιάστηκε):
Σχολιάστε το άρθρο